Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 58767 εγγραφές  [100-120]


  • -βόλος επίθημα λέξεων∙ δηλώνει ότι το προσδιοριζόμενο 1. {-ος/α, -ο} εκπέμπει κάτι: κεραυνο~/σπινθηρο~/φωτο~. 2. {-ος, -ο} ρίχνει, πετά κάτι: (ουσιαστικοπ.) δισκο~/σφαιρο~/σφυρο~.|| Πολυ-/φλογο-βόλο. Βλ. -βολία, -βολώ.
  • -βολώ & -βολάω: επίθημα ρημάτων που δηλώνει 1. (επιτατ.) σταθερό χαρακτηριστικό ή επαναλαμβανόμενη ενέργεια: μοσχο~/σπινθηρο~/φεγγο~/φωτο~.|| Γεννο~. 2. ρίψη, πέταγμα: αγκυρο~/πετρο~/πυρο~. Βλ. -βολία, -βόλος.
  • -γειος , α, ο: λεξικό επίθημα επιθέτων ή ουσιαστικών που αναφέρονται στη γη: επί~/ισό~/υπέρ~/υπό~.|| Ανώ-/από-γειο. Η Μεσό~/υδρό~.
  • -γένεση : β' συνθετικό ουσιαστικών που δηλώνει τη γέννηση, τη δημιουργία: αβιο~/αγγειο~/ανθρωπο~/βιο~/εμβρυο~/ιζηματο~/καρκινο~/κοσμο~/κυτταρο~/λιπο~/οργανο~/οστεο~/παθο~/παρα~/παρθενο~/σεισμο~. Πβ. -γονία.
  • -γενής , ής, ές {-γενούς (προφ.) -γενή | -γενείς (ουδ. -γενή)}: επίθημα για την παραγωγή επιθέτων που δηλώνουν προέλευση, σύσταση ή σειρά σε κλίμακα: αλλο~/ανομοιο~/γη~/δι~/εγ~/ελληνο~/ενδο~/εξω~/ερωτο~/ετερο~/ευ~/θνησι~/ιθα~/ιο~/καρκινο~/λατινο~/μονο~/ομο~/ομοιο~/παθο~/ρηξι~/σεισμο~/συγ~/τρι~/ψυχο~. Bλ. -γόνος.|| Πρωτο~/δευτερο~/τριτο~.
  • -γλωσσία & -γλωττία: λεξικό επίθημα θηλυκών ουσιαστικών με αναφορά στη γλώσσα ως συστήματος ή τρόπου επικοινωνίας: α-γλωσσία/αρχαιο~/δι~/ιδιο~/μονο~/ομο~/πολυ~/τρι~.|| Ευ-γλωττία.
  • -γλωσσος , η, ο & -γλωττος: λεξικό επίθημα για τον χαρακτηρισμό του προσδιοριζόμενου σύμφωνα με τη γνώση μίας ή περισσότερων γλωσσών ή τον τρόπο ομιλίας: δί~/μονό~/πολύ~/τετρά~/τρί~.|| Αλλό~/ελληνό~/ξενό~/ομό~. Πβ. -φωνος.|| Βραδύ~. Κακό~/φαρμακό~. Εύ-γλωττος.
  • -γμα βλ. -μα2
  • -γμένος βλ. -μένος
  • -γμός βλ. -μός
  • -γνωσία : λεξικό επίθημα αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών που αναφέρεται στη γνώση ειδικού αντικειμένου ή τομέα: αρχαιο~/αυτο~/γευσι~/κοσμο~/οινο~/παντο~/πατριδο~/πολυ~/πραγματο~/τεχνο~/φαρμακο~/φυσιο~.
  • -γνώστης {θηλ. -γνώστρια}: β' συνθετικό αρσενικών και θηλυκών ουσιαστικών με τη σημασία του γνώστη ενός αντικειμένου: αρχαιο~/οινο~/παντο~/τεχνο~/φυσιο~.
  • -γονία (λόγ.): λεξικό επίθημα αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών με αναφορά στη γέννηση ή τη δημιουργία: αμφι~/αρρενο~/εμβρυο~/σπερματο~. Μονο~. Tεκνο~ (πβ. -ποιία).|| Θεο~/κοσμο~.
  • -γονος : λεξικό επίθημα ουσιαστικών που αναφέρονται σε συγκεκριμένη σχέση καταγωγής: αρχέ~/επί~/πρό~. Οι από-γονοι (= οι επιγενόμενοι).|| Πρωτό~.
  • -γόνος , ος/α, ο (λόγ.): λεξικό επίθημα που δηλώνει ότι το προσδιοριζόμενο προκαλεί ή παράγει κάτι: αγχο~/αεριο~/αλλεργιο~/αναισθησιο~/αντιασφυξιο~/βλεννο~/εξαρτησιο~/ζημιο~/ζωο~/ιο~/καρκινο~/λοιμο~/νοσο~/παθο~/ρυπο~/σεισμο~/σιελο~/σμηγματο~/στρεσο~. Πβ. -γενής.|| (ουδ. ουσ.) Κολλα-γόνο. Ανδρο-γόνα/ανορεξιο~/δακρυ~/καπνο~/παραισθησιο~.
  • -γος , η, ο (λαϊκό): κατάληξη επιθέτων με στερητική σημασία παράγωγων από ρήματα: αβάστα~/άπρα~/αχόρτα~.
  • -γράφημα β' συνθετικό ουδέτερων ουσιαστικών που δηλώνει 1. κείμενο συγκεκριμένου είδους ή ύφους: ευθυμο~/ηθο~/πεζο~/χρονο~.|| Λιβελο~/πλαστο~/ρυπαρο~. 2. διαγνωστική απεικόνιση: αγγειο~/καρδιο~/σπινθηρο~. Βλ. -γράφηση. 3. εικόνα, σχέδιο ορισμένης τεχνικής: σκια~/υδατο~. Βλ. -γραφία. 4. γραφική παράσταση, διάγραμμα: σεισμο~.
  • -γράφηση {-γράφησης (λόγ.) -γραφήσεως | -γραφήσεις, -γραφήσεων}: λεξικό επίθημα ουσιαστικών με αναφορά στη γραφή, τη σχεδίαση, την απεικόνιση ή την καταγραφή: αγιο~/δακτυλο~/ηχο~/κινηματο~/(απο)κρυπτο~/λημματο~/μηχανο~/οπισθο~/πλαστο~/πολυ~/στενο~/συνταγο~/φωνο~/φωτο~/χαρτο~.|| (ΙΑΤΡ.) Ακτινο~/ραδιο~/σπινθηρο~. Πβ. -γραφία.|| Καταλογο~/κτηματο~/πολιτο~.
  • -γραφία {-γραφιών} λεξικό επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν 1. σύνταξη κειμένων συγκεκριμένου είδους και συνεκδ. το σύνολό τους· κατάλογος έργων· κειμενικό είδος: δημοσιο~/ειδησεο~/επιφυλλιδο~. Αλληλο~/αρθρο~.|| Βιβλιο~/φιλμο~.|| Βιο~/διηγηματο~/ηθο~/ιστοριο~/πεζο~/χρονο~. 2. γνωστικό αντικείμενο, επιστήμη: γεω~/εθνο~/λαο~/λεξικο~/παλαιο~/πετρο~/στρωματο~/χαρτο~/ωκεανο~. 3. τρόπο γραφής: κακο~/καλλι~/ορθο~. Στενο~.|| (ΛΟΓΙΣΤ.) Απλο~/διπλο~.|| (ΙΑΤΡ.) Α~/δυσ~. 4. τεχνική ή τέχνη αποτύπωσης, εκτύπωσης και κατ' επέκτ. το ίδιο το δημιούργημα: ελαιο~/λιθο~/ξυλο~/υδατο~/χαλκο~. Ξηρο~/τυπο~/φωτο~. Σκηνο~.|| Γελοιο~/θαλασσο~/ιχνο~/προσωπο~/τοιχο~/τοπιο~. Χορο~.|| Αγιο~/εικονο~. 5. ιατρική εξέταση και ειδικότ. διαγνωστική απεικόνιση: αγγειο~ (πβ. -γράφημα)/αρτηριο~/μαστο~.
  • -γραφος , η, ο: λεξικό επίθημα με αναφορά σε ορισμένο τρόπο γραφής: ιδιό~/ολό~.|| (ουσιαστικοπ.) Χειρό-γραφο.

-βολία

-βολία επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνει 1. διάχυση, εκπομπή: ακτινο~/φωτο~. 2. ρίψη, πέταγμα: δισκο~/σφαιρο~/σφυρο~. Βλ. -βόλος, -βολώ.

-γράφηση

-γράφηση {-γράφησης (λόγ.) -γραφήσεως | -γραφήσεις, -γραφήσεων}: λεξικό επίθημα ουσιαστικών με αναφορά στη γραφή, τη σχεδίαση, την απεικόνιση ή την καταγραφή: αγιο~/δακτυλο~/ηχο~/κινηματο~/(απο)κρυπτο~/λημματο~/μηχανο~/οπισθο~/πλαστο~/πολυ~/στενο~/συνταγο~/φωνο~/φωτο~/χαρτο~.|| (ΙΑΤΡ.) Ακτινο~/ραδιο~/σπινθηρο~. Πβ. -γραφία.|| Καταλογο~/κτηματο~/πολιτο~.

-γραφία

-γραφία {-γραφιών} λεξικό επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν 1. σύνταξη κειμένων συγκεκριμένου είδους και συνεκδ. το σύνολό τους· κατάλογος έργων· κειμενικό είδος: δημοσιο~/ειδησεο~/επιφυλλιδο~. Αλληλο~/αρθρο~.|| Βιβλιο~/φιλμο~.|| Βιο~/διηγηματο~/ηθο~/ιστοριο~/πεζο~/χρονο~. 2. γνωστικό αντικείμενο, επιστήμη: γεω~/εθνο~/λαο~/λεξικο~/παλαιο~/πετρο~/στρωματο~/χαρτο~/ωκεανο~. 3. τρόπο γραφής: κακο~/καλλι~/ορθο~. Στενο~.|| (ΛΟΓΙΣΤ.) Απλο~/διπλο~.|| (ΙΑΤΡ.) Α~/δυσ~. 4. τεχνική ή τέχνη αποτύπωσης, εκτύπωσης και κατ' επέκτ. το ίδιο το δημιούργημα: ελαιο~/λιθο~/ξυλο~/υδατο~/χαλκο~. Ξηρο~/τυπο~/φωτο~. Σκηνο~.|| Γελοιο~/θαλασσο~/ιχνο~/προσωπο~/τοιχο~/τοπιο~. Χορο~.|| Αγιο~/εικονο~. 5. ιατρική εξέταση και ειδικότ. διαγνωστική απεικόνιση: αγγειο~ (πβ. -γράφημα)/αρτηριο~/μαστο~.

-μα2

-μα2: επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών που παράγονται από ρήματα και δηλώνουν ενέργεια ή κυρ. αποτέλεσμα: κλάδε~ (κλαδεύω)/ψάρε~ (ψαρεύω). Άνοιγ~ (ανοίγω)/πράγ~ (πράττω). Αναμάση~ (αναμασώ)/θεώρη~ (θεωρώ). Άλεσ-μα (αλέθω). Βλ. -εια, -ητό, -ία, -ιά, -ιμο.

-μένος

-μένος, η, ο & -ημένος & -ωμένος & -γμένος & -σμένος & -μμένος: κατάληξη μετοχής παθητικού παρακειμένου∙ έχει συνήθ. λειτουργία επιθέτου και δηλώνει 1. συντελεσμένη πράξη: (ντύθηκα) ντυ-μένος. (Αγαπήθηκα) αγαπ-η-μένος. (Πληρώθηκα) πληρ-ω-μένος. (Απαλλάχτηκα) απαλλα-γ-μένος. (Ζαλίστηκα) Ζαλι-σ-μένος. (Kαλύφθηκα) καλυ-μ-μένος. 2. κατάσταση: (αηδίασα) αηδια-σ-μένος. 3. αναγνώριση ιδιότητας: ζηλε-μένος (πβ. αξιο-ζήλευτος, ζηλευ-τός). 4. ευχή: (αγιάστηκα) αγια-σ-μένος. (Ευλογήθηκα) ευλογ-η-μένος.|| Συχωρ-ε-μένος.

-μός

-μός & -αμός & -εμός & -ημός & -ωμός & -γμός & -σμός: επίθημα αφηρημένων αρσενικών ουσιαστικών που παράγονται από ρήματα και δηλώνουν ενέργεια ή αποτέλεσμα: (χάνω) χα-μός/(μισεύω) μισε-μός. (Μετρώ) μετρ-η-μός. (Τελειώνω) τελει-ω-μός. (Υπαινίσσομαι) υπαινι-γ-μός. (Αιφνιδιάζω) αιφνιδια-σ-μός.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.