-φυτεία: η λέξη φυτεία ως β΄ συνθετικό θηλυκών ουσιαστικών: αμπελο~/βαμβακο~/δενδρο~/ελαιο~/καπνο~/μπανανο~.|| Χασισο~.
-φυτο: το ουσιαστικό φυτό ως β' συνθετικό λέξεων: λιό~/ξηρό~/υδρό~/χλωρό~.|| (στον πληθ.) Ανθό-φυτα/γεώ~/δερματό~/σαρκό~/τριχό~.
-φυτος , η, ο β' συνθετικό επιθέτων που δηλώνει 1. τόπο φυτεμένο από ό,τι δηλώνει το α' συνθετικό: αμπελό~/βαμβακό~/δασό~/δενδρό~/ελαιό~/ελατό~/θαμνό~/πευκό~.|| Κατά~/νεό~.2. συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, ιδιότητα: έμ~/σύμ~. Ορμέμ~.
-φωνία επίθημα με αναφορά 1. στη φωνή: α~.|| Κακο~.2. ΜΟΥΣ. σε εκτέλεση ενός κομματιού από ορισμένο αριθμό φωνών: τρι~.|| Μονο~.|| Αντι~.3. στην έννοια της γνώμης: πολυ~.|| Δια~/ομο~.4. σε συγκεκριμένη μορφή επικοινωνίας: τηλε~. Ραδιο~.5. σε σύνολο χωρών με κοινή γλώσσα: γαλλο~.
-φωνικός , ή, ό επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων με αναφορά σε 1. ΜΟΥΣ. αριθμό φωνών: τετρα~. Πολυ~.2. ΤΕΧΝΟΛ. τεχνική αναπαραγωγής ήχου: μονο~/στερεο~.3. ΓΛΩΣΣ. ποιότητα φθόγγου: ημι~/συμ~.4. ΤΗΛΕΠ. συγκεκριμένο μέσο επικοινωνίας: ραδιο~/τηλε~.
-φωνος , η, ο επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων και ουσιαστικών με αναφορά 1. (μτφ.) σε άτομο ή κοινότητα με κύρια γλώσσα αυτή που δηλώνει η πρωτότυπη λέξη: αραβό~/γαλλό~/γερμανό~/ελληνό~/ισπανό~/ιταλό~.|| Aλλό~. Πβ. -γλωσσος.|| Σλαβό-φωνα κράτη.2. στη φωνή: χαμηλό~.|| Kακό~/καλλί~.|| (ειδικότ., για τραγουδιστή/τραγουδίστρια του λυρικού θεάτρου) (ουσιαστικοπ.) (Ο) βαθύ~. (Η) μεσό~/υψί~.3. (μτφ.) στη γνώμη: ομό~/σύμ~.4. ΜΟΥΣ. σε εκτέλεση κομματιού από ορισμένο αριθμό φωνών: τρί~.
-φωτος , η, ο επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων με αναφορά 1. στο φως, την ύπαρξη ή την παραγωγή του: (εμφατ.) κατά~. Βλ. α-φώτιστος.|| Αυτό-φωτα/ετερό~ (ουράνια) σώματα.2. σε συγκεκριμένο αριθμό λαμπτήρων: επτά~.|| (ουσιαστικοπ.) (Το) πολύ-φωτo.
-χαρής , ής, ές {-χαρούς | -χαρείς (ουδ. -χαρή)} (λόγ.) επίθημα σε επίθετα που δηλώνουν ότι το προσδιοριζόμενο 1. προσώπο νιώθει χαρά ή αρέσκεται σε ό,τι δηλώνει η πρωτότυπη λέξη: πασι~ (πβ. πασί-χαρος)/περι~.|| Αιμο~ (πβ. -διψής, -σταγής)/πολεμο~.2. φυτό ευδοκιμεί σε συγκεκριμένο περιβάλλον: υδρο~ βλάστηση. Πβ. -φιλος. Βλ. -βιος.
-χαρτο β' συνθετικό ουδέτερων ουσιαστικών με αναφορά σε 1. χαρτί για ορισμένη χρήση ή από συγκεκριμένο υλικό: λαδό~/τσιγαρό~.|| Aλουμινό~/ασημό~.|| Γυαλό~/σμυριδό~.2. (προφ.) επίσημο έγγραφο που θεωρείται άχρηστο, χωρίς καμία αξία: κουρελό~/μπακαλό~/παλιό~.
-χορδος , η, ο: ΜΟΥΣ. β' συνθετικό επιθέτων, με αναφορά στον αριθμό χορδών μουσικού οργάνου: μονό~/δί~/τρί~/εξά~/πολύ~.|| (ως ουσ.) (Τα) έγ-χορδα.
-χρονα: επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών πληθυντικού αριθμού, για δήλωση συγκεκριμένου αριθμού ετών ή της επετείου για τη συμπλήρωσή τους: δεκά~/εκατοντά~. Βλ. -ετηρίδα.
-χρονος , η, ο β' συνθετικό που δηλώνει 1. ορισμένη ηλικία ή διάρκεια ετών: δεκά~/τρί~.|| (συχνά ουσιαστικοπ.) (Το) πεντά~ο. Τα εξηντά~α (: για συμπλήρωση εξήντα χρόνων από ορισμένο γεγονός).|| Δί~η φοίτηση (πβ. -ετής). 2. συγκεκριμένη χρονική σχέση: ισό~/ταυτό~.|| (ουσιαστικοπ.) (Το) προτερό~ο/υστερό~ο.
-χρωμία: επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν σύνθεση χρωμάτων: δι~/τρι~/τετρα~.|| Πολυ~.
-χρωμος , η, ο β' συνθετικό για τον σχηματισμό επιθέτων που δηλώνουν 1. παρουσία ενός ή περισσότερων χρωμάτων: χαλκό~.|| Μονό~/δί~/τρί~/πολύ~.|| Ά~.2. ένταση απόχρωσης: ανοιχτό~/σκουρό~.
-χωμα: β' συνθετικό ουδέτερων ουσιαστικών που σχετίζονται με το χώμα: αμμό~/αργιλό~/ασπρό~/καστανό~/κεραμιδό~/κηπό~/κοκκινό~/κοπρό~/μαυρό~/πυρό~/φυλλό~/φυτό~.
-ψαρο: β' συνθετικό σε γενικές ονομασίες ψαριών: αγγελό~/γατό~/κοκκινό~/χρυσό~.|| Aφρό~/πατό~/πετρό~.|| Σκυλό~. Βλ. -πούλι.
-βιος, α, ο: β' συνθετικό επιθέτων που δηλώνει το χρονικό διάστημα ή τη διάρκεια ζωής του προσδιοριζόμενου, το περιβάλλον ή τον τρόπο διαβίωσής του: ημερό~/νυκτό~.|| Αιωνό~/βραχύ~/ισό~/μακρό~.|| Αμφί~/λαθρό~/ορεσί~/υδρό~. Βλ. -φιλος, -χαρής.|| (αρνητ. συνυποδ.) Αλητό~/μπαρό~/φυλακό~.
-ετηρίδα
-ετηρίδα {-ετηρίδας (λόγ.) -ετηρίδος}: επίθημα θηλυκών ουσιαστικών∙ συνδυάζεται με απόλυτο αριθμητικό για τη δήλωση συγκεκριμένου αριθμού ετών ή της επετείου για τη συμπλήρωσή τους: δεκα~/εκατοντα~/πεντηκοντα~/χιλι~. Πβ. -ετία.
-ια3
-ια3: επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών πληθυντικού αριθμού που παράγονται από κύρια ονόματα∙ αναφέρεται σε εορταστική εκδήλωση, συνήθ. στη μνήμη ή προς τιμήν σημαντικού προσώπου: Δημήτρ~. (ΑΡΧ.) Ανθεστήρ~/Διονύσ~. Βλ. -ειος1.
-πούλι
-πούλι: β' συνθετικό σε γενικές ή κοινές ονομασίες πουλιών: αγριο~/θαλασσο~/νυχτο~. Κλωσσο~. Ψαρο~ (πβ. -φάγος).
-τός, ή, ό επίθημα ρηματικών επιθέτων∙ δηλώνει ότι αυτό που προσδιορίζεται 1. μπορεί να δεχτεί, να κάνει ή να προκαλέσει κάτι, είναι άξιο για ό,τι εκφράζει το θέμα: κινη~/φορη~. Mετακλη~. Αγαπη~/επιθυμη~/ζηλευ~.2. έχει κάποιο σταθερό χαρακτηριστικό: κοφ~/σκεπασ~/σταυρω~/τρυπη~/χτυπη~.|| (ουσιαστικοπ.) (Το) πλεχ-τό.3. συμβαίνει με συγκεκριμένο τρόπο: ψιθυρισ~. ● βλ. -στός
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.