-ψυχος , η, ο β' συνθετικό επιθέτων που δηλώνουν 1. ορισμένη ποιότητα χαρακτήρα ή συναισθημάτων: γενναιό~/εύ~/λιονταρό~/μεγαλό~/ολό~/πονό~ Πβ. -καρδος.2. τον βαθμό στον οποίο το προσδιοριζόμενο χαρακτηρίζεται από ζωή: ά~/έμ~/επτά~. Πβ. -βιος.
-ώδης , ης, ες (λόγ.) επίθημα επιθέτων που δηλώνει ότι το προσδιοριζόμενο 1. χαρακτηρίζεται ή αποτελείται, συνήθ. σε μεγάλο βαθμό, από αυτό που δηλώνει το επίθετο: αιματ~/θορυβ~/θυελλ~/σαρκ~.|| Δενδρ~/ελ~/θαμν~.2. (μειωτ.) έχει την ιδιότητα που εκφράζει το πρώτο μέρος της λέξης: νηπι~/παιδαρι~.3. αναδίδει μυρωδιά: δυσ~/ευ~.
-ωμα1: επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών που δηλώνουν ενέργεια ή αποτέλεσμα ενέργειας και παράγονται από ρήματα σε -ώνω: αντάμ~ (ανταμώνω)/δίπλ~.|| Aποτύπ~/αφιέρ~. Βλ. -ωση.
-ωμα2 {-ώματος | -ώματα, -άτων}: ΙΑΤΡ. επίθημα όρων που αναφέρονται σε πάθηση, συνηθέστ. σε καλοήθη ή κακοήθη όγκο: (αιμ)αγγεί~/(ινο)αδέν~/αθήρ~/γλαύκ~/επιθηλί~/ηπάτ~/θύμ~/(νευρ)ίν~/ινομύ~/(αδενο/χοριο)καρκίν~/κρανιοφαρυγγί~/λειομύ~/λεμφαγγεί~/λέμφ~/λίπ~/μελάν~/μεσοθηλί~/μηνιγγί~/μυελοβλάστ~/μυέλ~/μύξ~/νεύρ~/νεφροβλάστ~/οδόντ~/ραβδομύ~/ρετινοβλάστ~/(αγγειο/λεμφο/λιπο/οστεο)σάρκ~/χολοστεάτ~/χόνδρ~.
-ων, -ουσα, -ον & -ών, -ούσα, -όν: επίθημα λόγιων μετοχών ενεργητικού ενεστώτα: (συνήθ. ως επίθ.) αποκλίν-ουσα/δευτερεύ~/επείγ~/τρέχ~.|| Η φέρουσα κατασκευή.|| (συχνά ουσιαστικοπ.) Ο διευθύν-ων/επιβλέπ~. Οι διδάσκ-οντες/ιθύν~/συμμετέχ~/υπογράφ~. Τα συμβαίν-οντα. Οι παρ-όντες.|| Η αρχαΐζ-ουσα/αττικίζ~ (γλώσσα).|| (σε εκφρ.) Οι έχοντες και κατέχοντες. Τα καλά και συμφέροντα.
-ών, -ούσα, -όν: επίθημα λόγιων μετοχών ενεργητικού αορίστου: (συνήθ. ουσιαστικοπ.) Ο αποθαν-ών/εκλιπ~. Η επιλαχ-ούσα/παθ~.
-ών, -ούσα, -ούν: επίθημα λόγιων μετοχών ενεργητικού ενεστώτα: (σε φρ., ως επίθ.) Η κρατούσα αντίληψη.|| (ΦΥΣ.) Τα συγκοινωνούντα δοχεία.|| (συνήθ. ουσιαστικοπ.) (Ο) αιτ-ών/δηλ~. (Οι) αναξιοπαθ-ούντες.
-ών, -ώσα, -ών: επίθημα λόγιων μετοχών ενεργητικού ενεστώτα: (ως επίθ., σε φρ.) Η μαθητιώσα νεολαία. Η ζώσα πραγματικότητα. Οι αποχρώντες λόγοι.|| (ουσιαστικοπ.) (Οι) κυβερνώντες.
-ώνας επίθημα περιληπτ. αρσενικών ουσιαστικών με αναφορά σε 1. καλλιεργήσιμη έκταση ή τόπο με συγκεκριμένη βλάστηση: αμπελ~/ελαι~/πορτοκαλε~. Ορυζ~ (πβ. -καλλιέργεια).|| Θαμν~/καλαμι~/πευκ~.2. ειδικό χώρο στέγασης ανθρώπων, φύλαξης ζώων ή αποθήκευσης αγροτικών προϊόντων: στρατ~.|| Ορνιθ~/περιστερ~.|| Αχυρ~.
-ωνυμία: επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που αναφέρονται σε ονομασία ή σε σημασιολογική σχέση: αν~/επ~/προσ~/τοπ~.|| Αντ~/συν~/υπερ~/υπ~.
-ωνυμικός , ή, ό: επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων που αναφέρονται σε ονομασία ή σημασιολογική σχέση: τοπ~. Μητρ~/πατρ~.|| Μετ~/συν~.|| (Τα) πατριδωνυμικά (ουσιαστικά).
-ωνύμιο: επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών που αναφέρονται σε ονομασία: αγι~/ανθρωπ~/εδαφ~/ζω~/θεοτοκ~/να~/οικ~/τοπ~/υδρ~/φυτ~.|| Παρ~.
-ώνυμος , η, ο: επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων που αναφέρονται σε όνομα ή σημασιολογική σχέση: ιδι~/φερ~.|| (ουσιαστικοπ.) (Το) πατρ-ώνυμo/ψευδ~.|| (με προθήματα) Αν~/επ~/περι~.|| Συν~.|| Ετερ~/ομ~.
-ώνω κατάληξη ρημάτων που 1. παράγονται από ουσιαστικά και δηλώνουν ενέργεια ή κατάσταση του υποκειμένου: καρφιτσ~ (καρφίτσα)/κερ~/λασπ~.|| Μαραζ~/παγ~.2. σχηματίζονται από επίθετα και δηλώνουν ιδιότητα ή ενέργεια του υποκειμένου: ημερ~ (ήμερος)/παλαβ~.|| Aνακατ~/ισι~.3. προέρχονται από λόγια ρήματα σε -ώ: βεβαι~ (βεβαιώ)/δηλ~ (δηλώ)/ζημι~ (ζημιώ).
-ώος, -ώα, -ώο: κατάληξη επιθέτων που παράγονται από ουσιαστικά: κεντρ~/πατρ~.
-ωπός , ή, ό: επίθημα επιθέτων που δηλώνει ότι το προσδιοριζόμενο μοιάζει, είναι σχεδόν όμοιο με ό,τι εκφράζει το θέμα: σκυθρ~/χαρ~.|| (απόχρωση) Κιτριν~/κοκκιν~. Kασταν~/ξανθ~. Bλ. -ουλός.
-αμάρα & -μάρα & -ομάρα & -ωμάρα
-αμάρα & -μάρα & -ομάρα & -ωμάρα (προφ., με αρνητ. συνυποδ.): επίθημα αφηρημένων ουσιαστικών θηλυκού γένους που δηλώνουν ιδιότητα ή κατάσταση: βουβ-αμάρα/κουτ~/κουφ~/μουγγ~/σαχλ~/σιχ~. Βαριεστη-μάρα. Χαζ-ομάρα. Στραβ-ωμάρα/φαγ~. Πβ. -άρα.
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.